Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου: Οι απαντήσεις ενός ειδικού στα βασικά ερωτήματα για τη νόσο

  • Ρούλα Τσουλέα
σύνδρομο
Τι πρέπει να γνωρίζουμε για τα συμπτώματα, τη διάγνωση και την αντιμετώπισή του. Τι θεραπείες υπάρχουν.

Ένας στους οκτώ Ευρωπαίους ταλαιπωρείται από το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, μία χρόνια γαστρεντερική διαταραχή που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής τους.

Η διαταραχή είναι πιο συχνή στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άντρες και συνήθως εκδηλώνεται στην αρχή της ενήλικης ζωής. Στην ηλικιακή ομάδα 45-64 ετών το ποσοστό των πασχόντων ατόμων φτάνει στο 18-20%.

Ο ειδικός αστρεντερολόγος Γεώργιος Κατσώρας, επεμβατικός ενδοσκόπος, επιμελητής γαστρεντερολόγος στο Metropolitan Hospital, απαντά στα βασικά ερωτήματα για το σύνδρομο.

Τι είναι το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου;

Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (ή σπαστική εντεροκολίτιδα ή IBS) είναι μια λειτουργική γαστρεντερική διαταραχή (δεν υπάρχει ορατή ή δομική βλάβη στο πεπτικό σύστημα) που επηρεάζει το παχύ έντερο (ειδικότερα το κόλον).

Η ακριβής αιτία του είναι άγνωστη. Πιστεύεται, όμως, ότι οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων:

  • Των μη φυσιολογικών συσπάσεων του παχέος εντέρου
  • Της υπερευαισθησίας στον πόνο
  • Των διαταραχών στον άξονα εντέρου-εγκεφάλου (διαταραχή της επικοινωνίας μεταξύ εντερικού νευρικού συστήματος και εγκεφάλου)

Με ποια συμπτώματα εκδηλώνεται;

Τα συμπτώματα που προκαλεί το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Μερικοί ασθενείς εκδηλώνουν μόνο ήπια συμπτώματα, ενώ άλλοι μπορεί να έχουν πιο σοβαρά συμπτώματα που επηρεάζουν σημαντικά την καθημερινή ζωή τους. Τα πιο κοινά συμπτώματα του συνδρόμου είναι:

  • Κοιλιακό άλγος ή δυσφορία
  • Φούσκωμα
  • Αέρια
  • Διάρροια
  • Δυσκοιλιότητα
  • Βλέννα στα κόπρανα
  • Αίσθημα ατελών κενώσεων

Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να προκληθούν από ορισμένες τροφές, από στρες, ορμονικές αλλαγές ή άλλους παράγοντες. Μπορεί επίσης να επικαλύπτονται με αυτά άλλων γαστρεντερικών παθήσεων, όπως:

  • Η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (IBD)
  • Η κοιλιοκάκη
  • Η βακτηριακή υπερανάπτυξη του λεπτού εντέρου (SIBO)

Συνεπώς, για να τεθεί η διάγνωση είναι σημαντικό να επισκεφτείτε έναν ειδικευμένο ιατρό.

Πώς γίνεται η διάγνωση του συνδρόμου;

Δεν υπάρχει ειδική εξέταση για το συγκεκριμένο σύνδρομο. Επομένως η διάγνωση γίνεται συνήθως με βάση την παρουσία χαρακτηριστικών συμπτωμάτων και την απουσία άλλων υποκείμενων ιατρικών καταστάσεων.

Ο γιατρός θα λάβει πρώτα ένα λεπτομερές ιατρικό ιστορικό και θα πραγματοποιήσει κλινική εξέταση. Μπορεί επίσης να ζητήσει ορισμένες εξετάσεις, όπως ανάλυση κοπράνων, εξετάσεις αίματος ή απεικονιστικές μελέτες, για να αποκλειστούν άλλες καταστάσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο ιατρός μπορεί επίσης να πραγματοποιήσει κολονοσκόπηση ή ενδοσκόπηση για να ελέγξει το κόλον ή το λεπτό έντερο.

Έχουν τεθεί ορισμένα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση λειτουργικών γαστρεντερικών διαταραχών, με τα πλέον ευρέως χρησιμοποιούμενα να είναι τα κριτήρια της Ρώμης. Συγκεκριμένα, για τη διάγνωση του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου ισχύουν από το 2016 τα λεγόμενα κριτήρια της Ρώμης IV.

Σύμφωνα με αυτά, για να πάσχει ένας ασθενής από σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου πρέπει να έχει επαναλαμβανόμενο κοιλιακό άλγος ή δυσφορία για τουλάχιστον μία ημέρα την εβδομάδα τους τελευταίους τρεις μήνες, μαζί με δύο ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα:

  • Πόνο ή ενόχληση που σχετίζεται με την αφόδευση
  • Αλλαγές στη συχνότητα των κενώσεων
  • Αλλαγές στη μορφή ή την εμφάνιση των κοπράνων

Εάν ο εξεταζόμενος πληροί αυτά τα διαγνωστικά κριτήρια, διαγιγνώσκεται με το σύνδρομο. Στη συνέχεια αυτό ταξινομείται σε έναν από τέσσερις υποτύπους, με βάση την κύρια «συνήθεια» του εντέρου του ασθενούς. Οι τέσσερις υπότυποι είναι:

  1. Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου με δυσκοιλιότητα (IBS-C)
  2. Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου με διάρροια (IBS-D)
  3. Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου με μικτές συνήθειες του εντέρου (IBS-M)
  4. Μη υποτυποποιημένο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου IBS-U)»

Πώς αντιμετωπίζεται το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου;

Δεν υπάρχει μία συγκεκριμένη θεραπεία, αλλά αρκετές θεραπευτικές επιλογές που συμβάλλουν στη διαχείριση των συμπτωμάτων. Η αντιμετώπιση συμπεριλαμβάνει συνήθως συνδυασμό αλλαγών στον τρόπο ζωής, διατροφικών αλλαγών και φαρμάκων.

Οι πάσχοντες πρέπει να γυμνάζονται τακτικά ( αλλά όχι απαραιτήτως έντονα). Πρέπει επίσης να εφαρμόζουν τεχνικές διαχείρισης του στρες (έλεγχος της αναπνοής, γιόγκα) και να επιδιώκουν καθημερινά επαρκή και ξεκούραστο ύπνο.

Όσον αφορά τη διατροφή, για την εμφάνιση των συμπτωμάτων του συνδρόμου «ενοχοποιούνται» διαφορετικές τροφές για κάθε άτομο. Υπάρχουν, όμως, ορισμένες οι οποίες ως φαίνεται επηρεάζουν την πλειονότητα των πασχόντων. Αυτές είναι:

  • Τα λιπαρά τρόφιμα
  • Η καφεΐνη
  • Το αλκοόλ
  • Τρόφιμα πλούσια σε φυτικές ίνες
  • Το γάλα
  • Τα μπαχαρικά

Εάν κάποιο ή όλα αυτά τα τρόφιμα διαπιστωμένα επιτείνουν τα συμπτώματά σας, πρέπει να αποφεύγονται ή και να εξαλειφθούν από το διαιτολόγιό σας. Επειδή όμως οι φυτικές ίνες, παρά την πυροδότηση του συνδρόμου, δεν πρέπει να λείπουν από το διαιτολόγιο κανενός, καλό θα είναι να μην εξαλειφθεί η λήψη τους, αλλά να συνοδεύεται από την αυξημένη παράλληλη κατανάλωση νερού.

Εκτός από τις διατροφικές πηγές φυτικών ινών, ο γιατρός ή ένας ειδικός διατροφολόγος μπορούν να συστήσουν και κάποια συμπληρώματα (λιναρόσπορο, προβιοτικά, πρεβιοτικά -η «τροφή» των προβιοτικών).

Επίσης πρέπει να αποφεύγονται οι λεγόμενοι υδατάνθρακες βραχείας αλύσου (FODMAP) όπως:

  • Η λακτόζη (περιέχεται στο γάλα, τα γαλακτοκομικά και το παγωτό)
  • Η φρουκτόζη

Ποια φαρμακευτική αγωγή ενδείκνυται;

Υπάρχουν διάφοροι τύποι φαρμάκων που μπορούν να συνταγογραφηθούν για τη διαχείριση των συμπτωμάτων του συνδρόμου, όπως:

  • Αντισπασμωδικά, τα οποία βοηθούν στη μείωση της κοιλιακής κράμπας,
  • Καθαρτικά ή αντιδιαρροϊκά, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στη ρύθμιση των κινήσεων του εντέρου

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν αντικαταθλιπτικά φάρμακα για να βοηθήσουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων πόνου ή δυσφορίας.

Υπάρχουν άλλες θεραπείες;

Ορισμένες συμπεριφορικές θεραπείες όπως η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (CBT) ή η ιατρική υπνοθεραπεία μπορεί να είναι αποτελεσματικές στη διαχείριση των συμπτωμάτων του συνδρόμου, σε άτομα με σημαντικό άγχος.

Συμπερασματικά, ενώ το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου είναι μια χρόνια πάθηση, οι περισσότεροι πάσχοντες μπορούν να ζήσουν μια φυσιολογική, υγιή ζωή με τη βοήθεια της κατάλληλης θεραπείας και αυτοφροντίδας. Είναι επίσης σημαντικό για τα άτομα με το σύνδρομο να συνεργαστούν στενά με τον γιατρό τους, ώστε να αναπτύξουν ένα εξατομικευμένο σχέδιο θεραπείας που να αντιμετωπίζει τα μοναδικά συμπτώματα και τις ανάγκες τους.

Φωτογραφία: iStock