Συνηθισμένα φάρμακα για άσθμα, αλλεργίες, ΧΑΠ αλλάζουν τη δομή του εγκεφάλου
Τα εισπνεόμενα ή από του στόματος γλυκοκορτικοειδή, ένα είδος κορτιζόνης που λαμβάνεται για να κατασταλεί η φλεγμονή στο άσθμα και πολλές άλλες νόσους, μπορεί να σχετίζονται με βλαπτικές αλλοιώσεις στη λευκή ουσία του εγκεφάλου, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
«Η παρούσα μελέτη έδειξε ότι τόσο τα συστηματικά, όσο και τα εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή σχετίζονται με μία φαινομενικά εκτεταμένη μείωση της ακεραιότητας της λευκής ουσίας», γράφουν οι ερευνητές στην ιατρική επιθεώρηση BMJ Open.
Η λευκή ουσία είναι ο ιστός που δημιουργεί συνδέσεις μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων και του υπόλοιπου νευρικού συστήματος. Η μείωσή της μπορεί να επιβραδύνει την ικανότητα του εγκεφάλου:
- Να επεξεργάζεται τις πληροφορίες
- Να προσέχει
- Να θυμάται
Τα χαμηλότερα επίπεδα λευκής ουσίας έχουν επίσης σχετισθεί με νοσήματα ψυχικής υγείας, όπως οι αγχώδεις διαταραχές, η κατάθλιψη και η ευερεθιστότητα, αναφέρει το CNN.
Δεν συντρέχει λόγος πανικού
Ωστόσο «δεν υπάρχει λόγος να θορυβηθούν οι ασθενείς που παίρνουν γλυκοκορτικοειδή», έσπευσε να διευκρινίσει ο νευροανοσολόγος Dr. Avindra Nath, κλινικός διευθυντής στο αμερικανικό Εθνικό Ίδρυμα Νευρολογικών Διαταραχών & Εγκεφαλικού (NINDS), ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Όπως εξήγησε, οι γιατροί γνωρίζουν εδώ και χρόνια πως όταν δίνουν στους ασθενείς κορτιζόνη, ο εγκέφαλος συρρικνώνεται. Όταν, όμως, ολοκληρωθεί η θεραπεία, ανακάμπτει. Αυτό οφείλεται στην πλαστικότητα του εγκεφάλου, δηλαδή στην ικανότητά του να αναδιοργανώνει:
- Τη δομή του
- Τις λειτουργίες του
- Τις συνδέσεις του
Επομένως, «οι επιδράσεις που ανέδειξε η μελέτη μπορεί να είναι παροδικές και όχι κατ’ ανάγκην μόνιμες», τόνισε. «Η λευκή ουσία μπορεί να αυτοεπιδιορθωθεί».
Εκτεταμένη χρήση
Τα γλυκοκορτικοειδή είναι από τα ευρύτερα λαμβανόμενα αντιφλεγμονώδη φάρμακα, καθώς ενδείκνυνται για την αντιμετώπιση πολλών παθήσεων, λένε οι ειδικοί. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται:
- Το άσθμα
- Οι αλλεργίες
- Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ)
- Η νόσος του Crohn και άλλοι τύποι φλεγμονώδους νόσου του εντέρου
- Το έκζεμα και άλλες δερματοπάθειες
- Ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
- Η πολλαπλή σκλήρυνση
- Η οστεοαρθρίτιδα
- Η ρευματοειδής αρθρίτιδα κ.λπ.
Τα εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή, όμως, δεν πρέπει να συγχέονται με τα ταχείας δράσης εισπνεόμενα φάρμακα που χορηγούνται για τις ασθματικές κρίσεις. Αυτά τα εισπνεόμενα είναι άλλου είδους φάρμακα που δρουν εντός λεπτών. Τα εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή χορηγούνται για μακροχρόνιο έλεγχο των φλεγμονωδών παθήσεων.
Η νέα μελέτη
Στη νέα μελέτη, επιστήμονες από την Ολλανδία ανέλυσαν στοιχεία από 24.885 εθελοντές, εκ των οποίων:
- Οι 222 έπαιρναν συστηματικά γλυκοκορτικοειδή από το στόμα
- Οι 557 χρησιμοποιούσαν συστηματικά εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή
- Οι 24.106 δεν χρησιμοποιούσαν γλυκοκορτικοειδή
Κανένας από τους εθελοντές δεν είχε διαγνωστεί με νευρολογικό, ορμονικό ή ψυχιατρικό πρόβλημα πριν την έναρξη της μελέτης.
Οι ερευνητές τους υπέβαλλαν σε διάφορες εξετάσεις νοητικών και ψυχικών δεξιοτήτων, καθώς και σε μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου.
Εντονότερα με τα χάπια
Όπως διαπίστωσαν, τόσο τα συστηματικά (χάπια) όσο και τα εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή σχετίζονταν με μείωση της λευκής ουσίας του εγκεφάλου. Η μεγαλύτερη βλάβη, όμως, παρατηρήθηκε σε εκείνους που έπαιρναν δισκία γλυκοκορτικοειδών για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Η ταχύτητα νοητικής επεξεργασίας των ασθενών που έκαναν χρόνια λήψη γλυκοκορτικοειδών από το στόμα ήταν χαμηλότερη απ’ ό,τι όσων δεν λάμβαναν κορτιζόνη. Επιπλέον, όσοι έπαιρναν τα χάπια είχαν περισσότερη:
- Απάθεια
- Κατάθλιψη
- Κόπωση
- Ανησυχία
Οι επιπτώσεις στην λευκή ουσία του εγκεφάλου ήταν πολύ μικρότερες με τα εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή.
«Εξ όσων γνωρίζουμε, αυτή είναι η μεγαλύτερη μελέτη έως σήμερα που αξιολογεί την συσχέτιση της χρήσης γλυκοκορτικοειδών με τη δομή του εγκεφάλου», γράφουν οι ερευνητές. «Είναι επίσης η πρώτη που εξετάζει τη συσχέτιση αυτή και με τα εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή».
Τα νέα ευρήματα είναι ένας ακόμα λόγος για να λαμβάνουν οι ασθενείς τα γλυκοκορτικοειδή με βάση αποκλειστικά τις οδηγίες των γιατρών τους. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αλλάξουν ή να διακόψουν τη λήψη τους, εάν πρώτα δεν συμβουλευθούν τους γιατρούς τους.
Φωτογραφία: iStock