Το υψηλό ουρικό οξύ μετά τα 30 μπορεί να αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αναπτύξεως μιας σοβαρής μορφής καρδιακής αρρυθμίας, ακόμα κι αν διατηρείται εντός των φυσιολογικών επιπέδων, προειδοποιούν επιστήμονες από τις ΗΠΑ. Μάλιστα αυτό μπορεί να συμβεί ακόμα και σε άτομα που δεν έχουν άλλους παράγοντες κινδύνου γι’ αυτήν.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Journal of the American Heart Association. Τα ευρήματά της υποδηλώνουν ότι το ουρικό οξύ μπορεί να παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη κολπικής μαρμαρυγής. Πρόκειται για μια συχνή καρδιακή αρρυθμία η οποία ενοχοποιείται για:
- Θρομβώσεις στο αίμα
- Εγκεφαλικό επεισόδιο
- Καρδιακή ανεπάρκεια
- Άλλα καρδιολογικά προβλήματα
Οι ερευνητές τονίζουν πως όσοι έχουν ουρικό οξύ κοντά στα ανώτερα φυσιολογικά όρια, καλό είναι να υποβάλλονται σε τακτικές καρδιαγγειακές εξετάσεις. Αυτό κρίνεται απαραίτητο για να διαγνωστεί εγκαίρως η νεοαναπτυχθείσα κολπική μαρμαρυγή.
Τι είναι το ουρικό οξύ
Όπως εξηγεί σε ανακοίνωσή της η Αμερικανική Εταιρεία Καρδιάς (AHA), το ουρικό οξύ είναι μία ουσία που παράγεται από τον οργανισμό όταν διασπά τις πουρίνες. Οι πουρίνες είναι ουσίες που υπάρχουν σε υψηλές συγκεντρώσεις σε ορισμένα τρόφιμα, όπως:
- Το αλκοόλ (ιδίως η μπύρα)
- Το κόκκινο κρέας (π.χ. μοσχαρίσιο)
- Το μπέικον
- Τα εντόσθια
- Ορισμένα είδη θαλασσινών (π.χ. αντζούγιες, σαρδέλες, μύδια, χτένια, ρέγγες)
Πουρίνες σε μικρότερες συγκεντρώσεις περιέχουν και αρκετά άλλα τρόφιμα, που πρέπει να καταναλώνονται σε μικρές ποσότητες (π.χ. ντομάτες, φακές κ.λπ.).
Το αυξημένο ουρικό οξύ είναι γνωστό ως αιτία της ποδάγρας (ή ουρικής αρθρίτιδας) και των λίθων στους νεφρούς. Συσχετίζεται όμως και με την υπέρταση, τον διαβήτη και την καρδιοπάθεια.
Πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως μπορεί να παίζει ρόλο και στην ανάπτυξη κολπικής μαρμαρυγής, αλλά τα επιστημονικά δεδομένα είναι περιορισμένα, κυρίως όσον αφορά τους νεώτερους, χωρίς υποκείμενα προβλήματα ανθρώπους.
Η κολπική μαρμαρυγή
Η κολπική μαρμαρυγή είναι η συνηθέστερη μορφή καρδιακής αρρυθμίας. Υπολογίζεται ότι προσβάλλει το 3% του πληθυσμού (περίπου 300.000 άτομα στη χώρα μας). Ωστόσο είναι ιδιαιτέρως συχνή μετά τα 65 έτη, όπου πάσχει το 10-20% του πληθυσμού.
Επιπλέον, η συχνότητά της αυξάνεται παγκοσμίως. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι επιστήμονες αναζητούν πρόσθετους παράγοντες κινδύνου γι’ αυτήν, πέραν των κλασσικών, αναφέρει ο Dr. Elsayed Soliman, καθηγητής Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Wake Forest στη Βόρεια Καρολίνα. Οι νεώτερες μελέτες έχουν αναδείξει ως πιθανό νέο παράγοντα κινδύνου το αυξημένο ουρικό οξύ
Οι κλασσικοί παράγοντες κινδύνου για κολπική μαρμαρυγή είναι:
- Η προχωρημένη ηλικία
- Το ανδρικό φύλο
- Το κάπνισμα
- Η παχυσαρκία
- Η υπέρταση
- Η αυξημένη χοληστερόλη
- Ο τύπου 2 διαβήτης
Η νέα μελέτη
Η νέα μελέτη διεξήχθη σε 33.604 άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι είχαν ηλικία 30-60 ετών όταν εντάχθηκαν στη μελέτη. Οι επιστήμονες τους παρακολούθησαν επί 26 χρόνια κατά μέσον όρο. Κανένας τους δεν αντιμετώπιζε στην αρχή καρδιαγγειακά προβλήματα.
Έως το τέλος της περιόδου παρακολουθήσεως, είχαν καταγραφεί 46.516 περιστατικά κολπικής μαρμαρυγής. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, όσο υψηλότερο ήταν το ουρικό οξύ των εθελοντών, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο για κολπική μαρμαρυγή διέτρεχαν.
Και δεν χρειαζόταν να έχει κάποιος παθολογικά αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος. Ακόμα και οι εθελοντές που είχαν επίπεδα εντός των φυσιολογικών ορίων, αλλά στο ανώτερο όριο είχαν κατά 45% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν κολπική μαρμαρυγή σε σύγκριση με όσους είχαν ουρικό οξύ στα κατώτερα όρια. Ειδικότερα:
- Ως ανώτερα φυσιολογικά όρια θεωρήθηκαν τα επίπεδα 6-7 mg/dl στους άνδρες και 4,6-5,7 mg/dl στις γυναίκες.
- Ως κατώτερα φυσιολογικά όρια θεωρήθηκαν τα επίπεδα γύρω στα 4,7 mg/dl στους άνδρες και 3,4 mg/dl στις γυναίκες.
Και χωρίς κλασικούς παράγοντες κινδύνου
Το ουρικό οξύ συσχετίστηκε ισχυρά με την κολπική μαρμαρυγή ακόμα και στους εθελοντές που δεν ανέπτυξαν άλλους κλασσικούς παράγοντες κινδύνου γι’ αυτήν.
Το τελευταίο εύρημα είναι το πιο σημαντικό. Υποδηλώνει ότι «το ουρικό οξύ επηρεάζει απ’ ευθείας την ανάπτυξη κολπικής μαρμαρυγής και όχι μέσω καρδιομεταβολικών μηχανισμών», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Mozhu Ding, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Καρολίνσκα, στη Σουηδία.
Η νέα μελέτη είναι η πρώτη που υποδηλώνει την ύπαρξη ενός άμεσου μηχανισμού, πρόσθεσε.
Πάντως, όσοι εθελοντές είχαν κλασσικούς παράγοντες κινδύνου για κολπική μαρμαρυγή, είχαν αυξημένες πιθανότητες να την εκδηλώσουν ακόμα κι αν το ουρικό οξύ τους ήταν φυσιολογικό.
Επόμενο βήμα της έρευνας είναι να εξακριβωθεί εάν η μείωση των επιπέδων του ουρικού οξέος μπορεί να δράσει προστατευτικά κατά της κολπικής μαρμαρυγής, λένε οι ερευνητές.
Φωτογραφία: iStock