Iatropedia

Βρήκαν γνωστούς ιούς στα οστά Νεάντερταλ που έζησαν πριν από 50.000 χρόνια

Οι άνθρωποι του Νεάντερταλ ίσως προσβάλλονταν από τους ίδιους ιούς με τους σύγχρονους ανθρώπους.

Τρεις ιοί που ακόμα μαστίζουν την ανθρωπότητα, εντοπίστηκαν στα λείψανα των ανθρώπων του Νεάντερταλ που έζησαν πριν από 50.000 χρόνια, αναφέρουν επιστήμονες από τη Βραζιλία.

Πρόκειται για έναν ερπητοϊό που προκαλεί επιχείλιο έρπη, τον σεξουαλικώς μεταδιδόμενο ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) που προκαλεί κονδυλώματα και καρκίνο, και έναν αδενοϊό που προκαλεί κοινό κρυολόγημα (ίωση).

Ίχνη από το γενετικό υλικό των ιών αυτών εντοπίστηκαν στους σκελετούς δύο αρρένων Νεάντερταλ, οι οποίοι που είχαν βρεθεί σε σπήλαιο της Ρωσίας. Οι επιστήμονες που το εντόπισαν πιστεύουν ότι μπορούν να το ανασυνθέσουν, για να τους «αφυπνίσουν» στο εργαστήριο.

Οι Νεάντερταλ ήταν μακρινός πρόγονος των σύγχρονων ανθρώπων. Πρωτοεμφανίστηκαν πριν από περίπου 400.000 χρόνια και εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς πριν από 40.000 χρόνια. Έζησαν στην Ευρώπη, στην Νοτιοδυτική και την Κεντρική Ασία.

Πολλοί επιστήμονες εικάζουν ότι κάποιοι ιοί έπαιξαν ρόλο στην εξαφάνισή τους. Η νέα μελέτη, όμως, είναι η πρώτη που παρέχει απτές αποδείξεις για τη θεωρία αυτή.

Κυρίως οι ιοί του έρπη

Τη σχετική ανακάλυψη έκανε ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τον Dr. Marcelo Briones, καθηγητή Γονιδιωματικής & Μοριακής Βιολογίας στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του São Paulo, στη Βραζιλία.

Οι επιστήμονες βρήκαν τα λείψανα των Νεάντερταλ στο σπήλαιο Chagyrskaya της οροσειράς Αλτάι, στη Σιβηρία. Τα χρησιμοποίησαν για να αποκωδικοποιήσουν τα γενετικά στοιχεία που περιείχαν.

Όπως αναφέρει το NewScientist, τα ευρήματά τους έδειξαν πως οι ιοί δεν προέρχονταν από πιθανούς θηρευτές που τράφηκαν με τους νεκρούς ανθρωπίδες. Ούτε προέρχονταν από τους σύγχρονους ανθρώπους που έκαναν την εκταφή.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι ιοί που προκαλούν έρπη είναι αυτοί που έπαιξαν τον σημαντικότερο ρόλο στην εξαφάνιση των Νεάντερταλ. Χρειάζονται όμως περαιτέρω έρευνες για να επαληθευτεί αυτό.

Η νέα ανακάλυψη δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί σε κάποια επιστημονική επιθεώρηση. Προσχέδιό της αναρτήθηκε στον διακομιστή επιστημονικών ερευνών bioRxiv.

Φωτογραφία: iStock