Υπνική άπνοια, μνήμη και σκέψη: Πώς συνδέονται μεταξύ τους
Οι άνθρωποι που παρουσιάζουν άπνοια στη διάρκεια του ύπνου μπορεί να αντιμετωπίζουν αυξημένα προβλήματα μνήμης ή σκέψης, προειδοποιούν επιστήμονες από τη Βοστώνη.
Σε μελέτη που πραγματοποίησαν με χιλιάδες εθελοντές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η υπνική άπνοια αυξάνει κατά 50% τις πιθανότητες έκπτωσης των νοητικών λειτουργιών.
Η υπνική άπνοια χαρακτηρίζεται από παροδικές διακοπές της αναπνοής στη διάρκεια του ύπνου. Οι διακοπές αυτές μειώνουν τα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα. Οι πάσχοντες συνήθως ροχαλίζουν δυνατά όταν κοιμούνται. Ωστόσο το ροχαλητό διακόπτεται αιφνιδίως όταν σταματά η αναπνοή τους, ενώ στη συνέχεια κάνουν έναν δυνατό ήχο καθώς πασχίζουν να πάρουν ανάσα.
Όλ’ αυτά συμβαίνουν δίχως να ξυπνά ο ασθενής. Έτσι, οι παρακοιμώμενοι είναι εκείνοι που συνήθως αντιλαμβάνονται το πρόβλημα.
Οι πάσχοντες από υπνική άπνοια μπορεί να παρουσιάζουν συμπτώματα και την επόμενη ημέρα, όπως:
- Πρωινό πονοκέφαλο
- Υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας
- Δυσκολίες συγκέντρωσης και προσοχής
Τα νέα ευρήματα πρόκειται να παρουσιασθούν αναλυτικά στο επερχόμενο 76ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας (AAN 2023). Το συνέδριο θα διεξαχθεί 13-18 Απριλίου 2024 στο Ντένβερ.
Η μελέτη
«Η υπνική άπνοια είναι μία πολύ συχνή διαταραχή, που όμως υποδιαγιγνώσκεται», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Dominique Low, νευρολόγος στο Ιατρικό Κέντρο της Βοστώνης. «Η μελέτη μας έδειξε πως οι συμμετέχοντες με συμπτώματα άπνοιας είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάζουν προβλήματα μνήμης και σκέψης».
Όπως ανακοίνωσε η ΑΑΝ, στη νέα μελέτη συμμετείχαν 4.257 εθελοντές. Όλοι τους συμπλήρωσαν ειδικά ερωτηματολόγια ύπνου, μνήμης και σκέψης. Μεταξύ άλλων απάντησαν:
- Εάν ροχαλίζουν το βράδυ
- Αν κάνει παύσεις η αναπνοή τους
- Αν δυσκολεύονται να θυμηθούν
- Αν έχουν δυσκολίες στη συγκέντρωση
- Αν δυσκολεύονται να λάβουν αποφάσεις
Τα ευρήματα
Οι απαντήσεις τους έδειξαν πως οι 1.079 έπασχαν από υπνική άπνοια. Από αυτούς τους συμμετέχοντες, οι 357 (ή ποσοστό 33%) ανέφεραν προβλήματα μνήμης ή/και σκέψης. Στους συμμετέχοντες χωρίς άπνοια το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 20%.
Οι ερευνητές συνεκτίμησαν όλους τους παράγοντες που θα μπορούσαν ενδεχομένως να εμπλέκονται με την έκπτωση των νοητικών λειτουργιών, όπως:
- Η ηλικία
- Το φύλο
- Το μορφωτικό επίπεδο κ.λπ.
Η συσχέτισή τους, όμως, παρέμεινε ισχυρή: οι εθελοντές με άπνοια είχαν σχεδόν 50% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάζουν προβλήματα σκέψης και μνήμης.
«Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης της άπνοιας», τόνισε η Dr. Low. «Η διαταραχή αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί, ώστε να πάψει να πλήττει τον ύπνο και την οξυγόνωση που αποτελούν πυλώνες της υγείας (και) του εγκεφάλου».
Τα ευρήματα που παρουσιάζονται σε ιατρικά συνέδρια θεωρούνται προκαταρκτικά, έως ότου δημοσιευθούν σε ιατρική επιθεώρηση, μετά από αξιολόγηση.
Φωτογραφία: iStock