Μία από τις λιγότερο γνωστές στο ευρύ κοινό είναι η υποξεία θυρεοειδίτιδα, μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από επώδυνη διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα εξαιτίας φλεγμονής και η οποία σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζεται μετά από μία ίωση του ανώτερου αναπνευστικού, όπως η γρίπη ή η παρωτίτιδα.
Υποξεία θυρεοειδίτιδα: Συμπτώματα
Όπως εξηγεί η ενδοκρινολόγος δρ Παρή Ράπτη, η υποξεία θυρεοειδίτιδα μπορεί να προκαλέσει διάφορα συμπτώματα. Πολλοί ασθενείς (αλλά όχι όλοι) αναφέρουν ως πρώτο σύμπτωμα πόνο στην ανατομική θέση του θυρεοειδούς αδένα.
Οι ασθενείς μπορεί ακόμα να αισθάνονται έντονη καταβολή δυνάμεων, μυαλγία και κακοδιαθεσία. Ο θυρεοειδής τους γίνεται ολοένα και πιο ευαίσθητος στο άγγιγμα και μπορεί να εμφανίσουν πυρετό ο οποίος είναι χαμηλός (μέχρι 38,3 βαθμούς Κελσίου) και φθάνει ακόμα και τους 40 βαθμούς.
Ο πόνος που νιώθουν δεν είναι πάντα σταθερός, αλλά συχνά μοιάζει να μετατοπίζεται από τη μία πλευρά του θυρεοειδούς στην άλλη. Μπορεί ακόμα να εξαπλώνεται στη γνάθο και στο αυτί, στη μία κυρίως πλευρά του κεφαλιού, καθώς και να εντείνεται με τη στροφή του κεφαλιού ή όταν ο ασθενής καταπίνει.
«Η φλεγμονή μπορεί να αφορά τον έναν λοβό του θυρεοειδούς ή και τους δύο ή τα συμπτώματα να εναλλάσσονται από τον ένα λοβό στον άλλο», εξηγεί η κυρία Ράπτη. «Επιπλέον, κατά την ψηλάφηση διαπιστώνεται ότι ο θυρεοειδής είναι μέτρια διογκωμένος έως διπλάσιος από το φυσιολογικό, μερικές φορές σκληρός και ασύμμετρος».
Μπορεί να εμφανίζει και άλλα συμπτώματα
Στις αρχικές φάσεις της, η κλινική εικόνα μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού εξαιτίας καταστροφής των θυρεοειδικών κυττάρων και την έκχυση των θυρεοειδικών ορμονών στην κυκλοφορία του αίματος.
Τα συμπτώματα μοιάζουν με εκείνα του υπερθυρεοειδισμού, συμπεριλαμβάνονται ευερεθιστότητα, άγχος, νευρικότητα, δυσκολίες συγκέντρωσης, διάρροια, απότομη απώλεια βάρους, ταχυπαλμία ή αρρυθμία, αυξημένη σωματική θερμοκρασία που συχνά οδηγεί σε αυξημένη εφίδρωση και τρέμουλο.
Τα συμπτώματα αυτά είναι παροδικά και συχνά ακολουθούνται από συμπτώματα υπολειτουργίας του θυρεοειδούς, δηλαδή υποθυρεοειδισμού. Έτσι, οι ασθενείς μπορεί να εκδηλώσουν συμπτώματα όπως εκείνα της υπολειτουργίας του θυρεοειδούς, όπως τριχόπτωση, δυσανεξία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, απότομη αύξηση του σωματικού βάρους, βαριά έμμηνο ρύση και κατάθλιψη.
Αυτές οι διαταραχές της θυρεοειδικής λειτουργίας δεν εμφανίζονται σε όλους τους ασθενείς. Στην πλειονότητα των ασθενών, εξάλλου, η θυρεοειδική λειτουργία αποκαθίσταται τελικά. Εμφανίζονται όμως συχνές υποτροπές.
Η Αμερικανική Εταιρεία Θυρεοειδούς (American Thyroid Association – ATA) υπολογίζει ότι χρειάζονται 12-18 μήνες έως ότου εξομαλυνθεί η λειτουργία του θυρεοειδούς. Απαιτούνται επίσης 1-3 μήνες για να υποχωρήσει ο πόνος που προκαλεί.
Το στάδιο που εμφανίζονται συμπτώματα όπως εκείνα του υπερθυρεοειδισμού συνήθως διαρκεί λιγότερο από 3 μήνες, ενώ το στάδιο του υποθυρεοειδισμού μπορεί να διαρκέσει άλλους 9-15 μήνες. Στο 5% των περιπτώσεων όμως υπάρχει ενδεχόμενο μόνιμου υποθυρεοειδισμού.
Η υποξεία θυρεοειδίτιδα δεν είναι πολύ συχνή. Σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές σε ετήσια βάση καταγράφονται περίπου 12 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού. Οι γυναίκες προσβάλλονται με τριπλάσια συχνότητα απ’ ό,τι οι άνδρες, ενώ η υψηλότερη συχνότητα της διαταραχής καταγράφεται στις ηλικίες 30-50 ετών.
Υποξεία θυρεοειδίτιδα: Τρεις υποτύποι
Η υποξεία θυρεοειδίτιδα έχει τρεις κύριους υποτύπους:
- Θυρεοειδίτιδα de Quervain. Λέγεται και υποξεία (ψευδο)κοκκιωματώδης θυρεοειδίτιδα ή επώδυνη υποξεία θυρεοειδίτιδα. Είναι ο πιο συχνός υποτύπος. Θεωρείται ιογενούς αιτιολογίας. Για την εμφάνισή της έχουν ενοχοποιηθεί διάφοροι ιοί, όπως της παρωτίτιδας, ιοί coxsackie και αδενοϊοί. Αντιπροσωπεύει το 5% των κρουσμάτων των θυρεοειδικών διαταραχών.
- Υποξεία λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα. Είναι γνωστή και ως υποξεία ανώδυνη θυρεοειδίτιδα. Εκδηλώνεται κυρίως μετά τον τοκετό, με τα συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού να εκδηλώνονται μέσα στο πρώτο τρίμηνο από αυτόν.
- Υποξεία επιλόχειο θυρεοειδίτιδα. Εμφανίζεται μέσα σε έναν χρόνο έπειτα από τον τοκετό και συνήθως υποχωρεί μέσα σε 18 μήνες.
Οι υποτύποι αυτοί έχουν παρόμοια κλινική εικόνα και πορεία (εάν υπάρξει υπερθυρεοειδισμός, εκδηλώνεται πρώτος), αλλά διαφορετική αιτιολογία.
Υποξεία θυρεοειδίτιδα: Διάγνωση και θεραπεία
Η διάγνωση γίνεται κατ’ αρχάς με λήψη ενός λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού και την κλινική εξέταση. Η ελαφρά διόγκωση του θυρεοειδούς και ο εντοπισμένος πόνος με αντανάκλαση στο αυτί αποτελούν σημαντικά διαγνωστικά στοιχεία, ιδίως όταν έχει προηγηθεί κάποια λοίμωξη του αναπνευστικού.
Ο γιατρός μπορεί επίσης να ζητήσει αιματολογικές εξετάσεις για να ελέγξει, μεταξύ άλλων, τα επίπεδα των ορμονών του θυρεοειδούς (T4, TSH). Μπορεί επίσης να ζητηθεί σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς. Στο σπινθηρογράφημα χαρακτηριστικό εύρημα είναι η χαμηλή κατακράτηση του ραδιενεργού ιωδίου από τον θυρεοειδή, σε αντίθεση με ό,τι θα συνέβαινε αν ο ασθενής είχε κλασικό υπερθυρεοειδισμό.
Η υποξεία θυρεοειδίτιδα είναι μία αυτοθεραπευόμενη ασθένεια, δηλαδή υποχωρεί χωρίς να απαιτηθεί κάποια ειδική θεραπεία. Επειδή ωστόσο τα συμπτώματα του ασθενούς είναι έντονα, συνήθως χορηγούνται αρχικά κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη).
Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να ανακουφίσουν γρήγορα τον ασθενή (μέσα σε 24 ώρες). Δεν αλλάζουν όμως την πορεία της νόσου, ούτε επιταχύνουν την ανάρρωση.
Αν ο ασθενής εκδηλώσει συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού και αργότερα υποθυρεοειδισμού, μπορεί να χρειασθεί και γι’ αυτά παροδική φαρμακευτική θεραπεία.
Η λήψη των φαρμάκων συνήθως είναι παροδική. Όταν διακοπούν τα κορτικοστεροειδή, ο ασθενής μπορεί να αρχίσει να παίρνει μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ΜΣΑΦ) για να διατηρήσει υπό έλεγχο τον πόνο και τη φλεγμονή του θυρεοειδούς του.